Επιστροφή

Ακροκόρινθος, κάστρο

Ακροκόρινθος, κάστρο

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ: Κορινθία

Ακροκόρινθος, κάστρο

  • Θέση

    Το κάστρο επιστέφει βράχο ύψους 550μ., στους βόρειους πρόποδες του οποίου κτίστηκε κατά την αρχαιότητα η πόλη της Κορίνθου. Το εύρος επόπτευσης της γύρω περιοχής από το κάστρο, το καθιστούσε φυσικό οχυρό εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας. Από τον Ακροκόρινθο μπορούσε κανείς να ελέγχει βόρεια τον κορινθιακό κόλπο, ανατολικά τον αργολικό κόλπο, ενώ δυτικά και νότια την πελοποννησιακή ενδοχώρα, μέσα από ένα δίκτυο οπτικής σύνδεσης μεταξύ φρουρίων, το οποίο έφτανε μέχρι και την Αρκαδία.

  • Ιστορικά στοιχεία

    Ο βράχος οχυρώθηκε για πρώτη φορά κατά την αρχαϊκή εποχή (7ο – 6ο π.Χ. αι.).  Τα τείχη του Ακροκορίνθου ενώνονταν με τον περίβολο που προστάτευε την κάτω πόλη, συνθέτοντας ένα ισχυρό αμυντικό σύστημα, στο οποίο αργότερα προστέθηκαν τα Μακρά Τείχη με σκοπό την προστασία της επικοινωνίας με το λιμάνι του Λεχαίου. Η οχύρωση του Ακροκορίνθου επισκευάστηκε κατά τον 4ο αι. π.Χ. ή στο α΄μισό 3ου αι. π.Χ., υπέστη όμως εκτεταμένες καταστροφές κατά την ισοπέδωση της Κορίνθου από τον Ρωμαίο στρατηγό Λεύκιο Μόμμιο το 146 π.Χ. Πιθανή επανοχύρωση τμημάτων σημειώθηκε κατά τον 5ο ή τον 6ο αι., εποχή που τα τείχη του λόφου ήταν πλέον ανεξάρτητα από την σύγχρονη πρωτοβυζαντινή οχύρωση της πόλης της Κορίνθου.

    Κατά τους μεταβατικούς χρόνους (7ος  αι.– 843), ο Ακροκόρινθος έπαιζε ενεργό ρόλο στην πόλη της Κορίνθου, η οποία ήταν πλέον πρωτεύουσα του θέματος Ελλάδος (687-694) και λίγο αργότερα του θέματος Πελοποννήσου (786-788). Ωστόσο, το κάστρο απέκτησε προέχουσα σημασία κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, εποχή που η πόλη εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό και διοικητικό κέντρο. Μάλιστα, σε μεσοβυζαντινές πηγές η πόλη της Κορίνθου αναφέρεται ως ¨εμπόριον¨ ή ¨χώρα¨ για να διακριθεί από την πόλη που είχε αναπτυχθεί στον Ακροκόρινθο, το λεγόμενο ¨κάστρον¨.

    Μια κρίσιμη πέριοδος ξεκίνησε για την πόλη της Κορίνθου με την κατάληψή της από τον άρχοντα του Ναυπλίου Λέοντα Σγουρό το 1204 και την σθεναρή αντίσταση του έναντι του σταυροφορικού στρατού του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, ο οποίος κατέλαβε το κάστρο το 1210. Μετά την ενσωμάτωση της Κορίνθου στο Πριγκιπάτο της Αχαϊας, η Κόρινθος αποτέλεσε σημαντικό οικονομικό και στρατηγικό κέντρο, καθώς και την έδρα του λατίνου επισκόπου. Η κατοίκηση στο κάστρο ήταν εντατική την εποχή αυτή, όπως φανερώνουν τμήματα εισηγμένης κεραμικής και δυτικά νομίσματα του 13ου και 14ου αι. Σταδιακά, από τον 14ο αι. η μεγάλη ακμή της πόλης άρχισε να μειώνεται, κυρίως λόγω της αστάθειας που προκαλούσαν οι συγκρούσεις μεταξύ των Βυζαντινών του Μυστρά και των Φράγκων, οι επιδρομές των Καταλανών και των Τούρκων, αλλά και φυσικές καταστροφές όπως ο σεισμός του 1320 και η επιδημία πανώλης το 1348. Το 1358, η πόλη περιήλθε στους φλωρεντινούς εμπόρους Acciaiuoli, το 1395 στον δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο Παλαιολόγο, για να ακολουθήσουν οι Ιωαννίτες Ιππότες το διάστημα μεταξύ 1400-1404, οπότε και επέστρεψε στον Θεόδωρο Παλαιολόγο μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους το 1458.

    Ο Ακροκόρινθος συνέχισε να έχει στρατηγική σημασία για τους νέους κατακτητές, αλλά και να κατοικείται εκτενώς. Μάλιστα, ο χώρος μεταξύ του ενδιάμεσου και του εσωτερικού περιβόλου προοριζόταν για κατοίκηση χριστιανικών πληθυσμών, σε αντίθεση με τον χώρο εντός του εσωτερικού περιβόλου όπου κατοικούσαν Οθωμανοί. Το κάστρο παρέμεινε αμυντικά ενεργό κατά την περίοδο της α΄ τουρκοκρατίας (1458-1687) και της β΄τουρκοκρατίας (1715-1827), όσο και κατά την ενετική κυριαρχία (1687-1715), με την πραγματοποίηση επισκευών και την ενσωμάτωση νέων στοιχείων σχετικών με την χρήση των πυροβόλων όπλων.

     

    Χρονολόγηση: πρωτοβυζαντινή περίοδος (4ος -7ος αι.), μεταβατικοί χρόνοι (7ος – 9οςαι.), μεσοβυζαντινή περίοδος (9ος – αρχ. 13ου αι.), σταυροφορική / υστεροβυζαντινή περίοδος (13ος – 15ος αι.), οθωμανική / ενετική περίοδος (15ος – 19ος αι.)

  • Περιγραφή

    Ο Ακροκόρινθος αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα σε έκταση κάστρα της Πελοποννήσου λόγω των εκτεταμένων τειχών του που φτάνουν σε μήκος περίπου τα 3χλμ. Αν και η σημερινή μορφή της οχύρωσης οφείλεται σε ανακατασκευές και προσθήκες κυρίως των μεταβυζαντινών χρόνων, οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν στη μεσοβυζαντινή εποχή και πιο συγκεκριμένα κατά τον 12ο αι.

    Η βυζαντινή οχύρωση ακολούθησε την χάραξη των αρχαίων τειχών στο φρύδι του βράχου και ενσωμάτωσε τμήματά της που είναι ορατά μέχρι σήμερα. Στη δυτική πιο ευπρόσβλητη πλευρά του λόφου, από όπου γινόταν και η είσοδος στο κάστρο, προστέθηκε εξωτερικός περίβολος. Στο τμήμα αυτό του λόφου, ο εσωτερικός περίβολος διαμορφωνόταν σε σχήμα C με δυο ισχυρούς προμαχώνες στα άκρα του που ακολουθούσαν αρχαίο σχεδιασμό και ενδιάμεσα τους έξι πύργους, δυο μικρότερους και τέσσερεις πιο ισχυρούς. Οι δυο κεντρικοί προστάτευαν την επιβλητική πύλη της εσωτερικής γραμμής. Ανεξάρτητοι ισχυροί πύργοι υπήρχαν και εντός του κάστρου, στη νοτιοδυτική και βορειοανατολική κορυφή του λόφου.

    Φάσεις επισκευής και συμπλήρωσης των τειχών πραγματοποιήθηκαν και από τους Φράγκους κατακτητές μετά την κατάληψή της πόλης το 1210, όπως η ανακατασκευή εκ θεμελίων του πύργου της νοτιοδυτικής κορυφής. Στο α΄ μισό του 15ου αι., θα πρέπει επίσης να αποδοθεί και η πρώτη φάση μιας ακόμη γραμμής οχύρωσης (α΄ γραμμή οχύρωσης) που προστέθηκε στην δυτική πλαγιά του λόφου και η οποία ανακατασκευάστηκε σε μεταγενέστερη εποχή. Με την νέα αυτή προσθήκη, ο εξωτερικός βυζαντινός περίβολος μετατράπηκε στην ενδιάμεση γραμμή οχύρωσης (β΄γραμμή οχύρωσης).  

    Κατά την μεταβυζαντινή εποχή, πραγματοποιήθηκαν επισκευές σε τμήματα του κάστρου, καθώς και μετασκευές με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της οχύρωσης σύμφωνα με τη νέα πολεμική τεχνολογία των πυροβόλων όπλων. Οι επεμβάσεις αυτές διακρίνονται σε διάφορα σημεία του κάστρου, όπως στην ενίσχυση του πάχους της β΄ γραμμής οχύρωσης, στην προσθήκη κανονιοθυρίδων και τυφεκιοθηρίδων στα τείχη και στην διαμόρφωση των δωμάτων των πύργων σε πλατφόρμες πυροβολικού στον εσωτερικό περίβολο (γ΄ γραμμή οχύρωσης). Κατά την α΄οθωμανική κυριαρχία (1458-1687) πήρε και την σημερινή του μορφή ο πύργος στη νοτιοδυτική κορυφή του λόφου, ο οποίος διαμορφώθηκε με την προσθήκη δυο περιβόλων σε ακρόπολη, ενώ στα χρόνια της ενετοκρατίας (1687-1715) αποδίδονται επεμβάσεις στις πύλες της α΄και β΄ γραμμής οχύρωσης, καθώς και η κατασκευή τάφρου και διατειχίσματος έξω από τα δυτικά τείχη.

  • Το μνημείο σήμερα

    Το κάστρο Ακροκορίνθου είχε ανακηρυχθεί ως προέχον βυζαντινό μνημείο ήδη από το 1922 σύμφωνα με το ΒΔ 25-2-1922 - ΦΕΚ 28/Α/26-2-1922. Πλέον το κάστρο περιλαμβάνεται στον αναοριοθετημένο αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Κορίνθου (ΥΑ ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Β1/Φ31/42301/2538/26-5-2005 - ΦΕΚ 756/Β/6-6-2005). Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφικές έρευνες πραγματοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1920 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, ενώ οι πρώτες επεμβάσεις στερέωσης και συντήρησης των τειχών σημειώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1970 από την τότε αρμόδια 6η ΕΒΑ. Από το 2000 έως και το 2013, εκτελέστηκαν εργασίες στο πλαίσιο των έργων του Γ΄ΚΠΣ και του ΕΣΠΑ από την 6η ΕΒΑ και στη συνέχεια 25η ΕΒΑ για την προστασία του μνημείου και την ασφαλή περιήγηση των επισκεπτών στα τμήματα του κάστρου με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα.

  • Βιβλιογραφία

    Αθανασούλης Δ., Το Κάστρο Ακροκορίνθου Κι η ανάδειξή του (2006-2009), ΥΠΠΟΤ [2009/2014], όπου και προγενέστερη βιβλιογραφία

Χάρτης

map

Γενικές Πληροφορίες

Τυπος Ακρόπολη
Χρονολόγηση πρωτοβυζαντινή περίοδος (4ος -7ος αι.), μεταβατικοί χρόνοι (7ος – 9οςαι.), μεσοβυζαντινή περίοδος (9ος – αρχ. 13ου αι.), σταυροφορική / υστεροβυζαντινή περίοδος (13ος – 15ος αι.), οθωμανική / ενετική περίοδος (15ος – 19ος αι.)
Συντεταγμένες Γεωγραφικό πλάτος: 37.891116 Β, Γεωγραφικό μήκος: 22.870579 Α
Π.Ε. Κορινθίας
Δημος ΚΟΡΙΝΘΙΩΝ

Πρόσβαση στο Κάστρο

  • Δρόμος που ξεκινά μέσα από το σύγχρονο χωριό της Αρχαίας Κορίνθου οδηγεί ανηφορικά έως την πύλη του εξωτερικού δυτικού περιβόλου του κάστρου και σταματά σε χώρο στάθμευσης οχημάτων.

Περισσότερα στο διαδίκτυο

<a href="https://www.flickr.com/photos/135451210@N02/">Flickr</a>